Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2009

Γαλοπούλα γεμιστή


Υλικά:
1 γαλοπούλα 5 κιλά περίπου
500 γρ. κιμά
10 κάστανα ψημένα και κομματιασμένα
50 γρ. κουκουνάρι
2 μέτρια κρεμμυδάκια ψηλοκομμένα
2 κουταλιές της σούπας ρύζι βρασμένο
4 κουταλιές της σούπας κρασί άσπρο ή κονιάκ
Αλάτι - πιπέρι
Βούτυρο
1 λεμόνι

Εκτέλεση:
Καθαρίζουμε και πλένουμε την γαλοπούλα, την τρίβουμε με λεμόνι μέσα έξω και την πασπαλίζουμε με αλατοπίπερο.
Ζεσταίνουμε λίγο βούτυρο και σοτάρουμε τον κιμά με το κρεμμύδι και τον σβήνουμε με το κρασί ή το κονιάκ.
Προσθέτουμε τα κάστανα , το κουκουνάρι, το ρύζι και το αλατοπίπερο, ανακατεύουμε και κατεβάζουμε την κατσαρόλα από τη φωτιά.
Γεμίζουμε με το μείγμα την κοιλιά της γαλοπούλας και ράβουμε το άνοιγμα.
Αλείφουμε την γαλοπούλα με βούτυρο και την ψήνουμε σε μέτριο φούρνο για 4 - 5 ώρες.

--------*--------*---------*---------

Η Γαλοπούλα

Στην Ευρώπη, υπήρχε παλαιότερα η συνήθεια να μαγειρεύουν μεγάλα πουλιά για το γιορτινό γεύμα. Προτιμούσαν τους φασιανούς, τις χήνες και τα παγόνια. Όταν, όμως δοκίμασαν τη γαλοπούλα, την καθιέρωσαν ως το κατεξοχήν χριστουγεννιάτικο γεύμα. Στις αρχές του 19ου αιώνα, στο Νόρφολκ της Αγγλίας οι πτηνοτρόφοι έλυσαν το πρόβλημα της μεταφοράς της γαλοπούλας ως εξής: έβαζαν τα πουλιά να διανύουν πάνω από 100 χιλιόμετρα σε μια εβδομάδα για να φτάσουν στην πρωτεύουσα. Κι επειδή τα ποδαράκια τους δεν είναι φτιαγμένα για πεζοπορία, τους φορούσαν ειδικά καλύμματα ή τα βουτούσαν σε πίσσα, για να σκληρύνουν!

Πρωτοχρονιά

Η Πρωτοχρονιά γιορτάζεται σ’ όλο τον κόσμο με μεγαλοπρέπεια, λαμπρότητα και με διάφορες εκδηλώσεις. Κατά την ημέρα αυτή γίνεται

ανταλλαγή επισκέψεων και δώρων και επικρατούν διάφορα έθιμα,

όπως της βασιλόπιτας κ.ά., τα οποία μας κληροδότησαν οι Βυζαντινοί πρόγονοί μας, γιατί, σύμφωνα με τις πληροφορίες

των αρχαίων συγγραφέων, ούτε οι Έλληνες ούτε οι Ρωμαίοι γιόρταζαν την πρώτη

μέρα του χρόνου. Οι δύο αυτοί λαοί που εκπροσωπούν τον

αρχαίο κόσμο, συνήθιζαν να γιορτάζουν την πρώτη ημέρα κάθε μηνός. Οι περισσότερες μάλιστα ελληνικές πόλεις

δε συμφωνούσαν ούτε ως προς την αρχή του χρόνου. Το ίδιο συνέβαινε και ανάμεσα στους ανατολικούς λαούς.

Η 1η Ιανουαρίου σαν αρχή του χρόνου επικράτησε να γιορτάζεται στη Ρώμη από το

48 π.Χ., την εποχή δηλαδή του Καίσαρα, και πήρε πολλά στοιχεία από τη ρωμαϊκή γιορτή Σατουρνάλια. Από τότε την 1η

Ιανουαρίου δέχτηκαν σαν Πρωτοχρονιά όλοι οι λατινογενείς λαοί, καθώς και όλοι οι ρωμαιοκρατούμενοι λαοί.

Η Ορθόδοξη όμως Εκκλησία, της εποχής κυρίως του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επειδή ήθελε να χωρίσει τους Χριστιανούς από τους ειδωλολάτρες

, απαγόρευε στους χριστιανούς να γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά όπως εκείνοι. Τα αποτελέσματα όμως της απαγόρευσης

αυτής ήταν πολύ μικρά. Απαλείφτηκαν μόνο τα στοιχεία εκείνα που έρχονταν σε τέλεια

αντίθεση προς τη χριστιανική ηθική.

Η Πρωτοχρονιά λοιπόν, όπως αυτή διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση της Εκκλησίας και τη σύνδεσή

της με τη γιορτή του Αγίου Βασιλείου, διαιωνίστηκε μέχρι σήμερα σαν λαϊκή

γιορτή. Τα σημαντικότερα έθιμα αυτής είναι τα ακόλουθα:

· Η διανομή δώρων στα παιδιά , τα οποία οι

νοικοκυρές παρασκευάζουν στα σπίτια. Αυτά κυρίως είναι γλυκίσματα, όπως κουραμπιέδες,

μελομακάρονα κ.ά.

· Συντροφιές μικρών παιδιών από την παραμονή ψάλλουν τα κάλαντα στα

σπίτια και στα μαγαζιά και μαζεύουν φιλοδωρήματα.

·Τα μεσάνυχτα της παραμονής,

λίγα δευτερόλεπτα πριν από τις 12, σβήνουν τα φώτα και οι οικογένειες γύρω

από το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι ψάλλουν ύμνους, ανταλλάσσουν φιλιά και κόβουν

την πατροπαράδοτη βασιλόπιτα. Εκείνος μάλιστα που βρίσκει στο κομμάτι του

το νόμισμα, που είναι κρυμμένο μέσα σ’ αυτήν, θεωρείται ο τυχερός της χρονιάς.

· Πολλοί καλούν έναν που να έχει «καλό ποδαρικό» το πρωί της Πρωτοχρονιάς.

· Επίσης δε δίνουν τίποτα έξω από το σπίτι, δε ρίχνουν νερό έξω από αυτό και δεν αναφέρουν

ονόματα επιβλαβών ζώων, εντόμων κ.λπ.



Ο Αι Βασίλης


Την ημέρα του αγίου Βασιλείου (πρωτοχρονιά) έχουμε την προσμονή ενός ταπεινού και καλού Έλληνα αγίου με τα μαύρα γένια και το σκούρο φτωχό ράσο, που έρχεται από την Καισάρεια της Καππαδοκίας (Μικρά Ασία) να ευλογήσει τα σπιτικά μας και να πάρει το δικό του κομμάτι από τη βασιλόπιτα (βγάζομε ένα του Χριστού, ένα της Παναγίας, ένα του αγίου Βασιλείου, ένα του φτωχού, ένα του σπιτιού, και μετά τα δικά μας –αν πέσει το φλουρί του Χριστού, της Παναγίας ή του αγίου Βασιλείου, το δίνουμε στην εκκλησία).

Αυτός είναι ο άγιος Βασίλειος, ο φιλάνθρωπος επίσκοπος του 4ου αιώνα μ.Χ., ο άνθρωπος των γραμμάτων ο ταπεινός και θαυματουργός (ένας από τους Τρεις Ιεράρχες), και όχι ο πονηρούλης Santa Claus που εισήχθη από την Αμερική για να διαφημίσει αναψυκτικά και την πραμάτεια των εμπόρων. Καλός είναι κι αυτός (με την άσπρη γενειάδα και το βαθύ γέλιο και την ταλαιπωρία του –λόγω κοιλίτσας– να χωρέσει από τις καμινάδες) αλλά ο δικός μας, ο ρωμιός άγιος, είναι πιο άγιος βαθύς (σε νόημα), λιγότερο διαφημιστικός αλλά όχι λιγότερο αξιαγάπητος.


Οι μωμόγεροι


Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Οι μεταμφιεσμένοι, που λέγονται Μωμόγεροι, Ρογκάτσια ή Ρογκατσάρια, φοράνε τομάρια ζώων (λύκων, τράγων κλπ) ή ντύνονται με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά. Γυρίζουν στο χωριό τους ή στα γειτονικά χωριά, τραγουδούν και μαζεύουν δώρα. Άμα συναντηθούν δυο παρέες, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.


Οι καλικάντζαροι













Οι καλικάντζαροι είναι μια παλιά παράδοση στην πατρίδα μας. Και σε κάθε τόπο, και πιο πολύ στα χωριά, υπάρχουν χίλιοι θρύλοι και έθιμα γύρο από αυτούς. Εμφανίζονται κάθε Χριστούγεννα. Μερικοί λένε ότι είναι πνεύματα, άλλα καλά και άλλα κακά. Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι είναι παράξενα όντα, μαλλιαρά και ότι τρυπώνουν στα σπίτια από τις καμινάδες. Τις νύκτες πηγαίνουν και κλέβουν τα φαγητά που βρίσκουν και πιο πολύ τα σύκα γιατί τους αρέσουν πολύ. Όταν τελειώσουν το φαγητό τους αρχίζουν να χορεύουν.

Όλοι οι χωρικοί, όταν πλησιάζει βράδυ, φοβούνται να ξεμυτίσουν από το σπίτι τους, προπάντων τα μικρά παιδιά, ως ότου έρθει η γιορτή των Φώτων, που ρίχνουν το σταυρό και οι καλικάντζαροι εξαφανίζονται. Τότε πάνε και ζούνε κάτω από τη γη. Και εμφανίζονται πάλι τα άλλα Χριστούγεννα.

Σε πολλά χωριά ρίχνουνε αναμμένα κάρβουνα στα πηγάδια, για να μην τα μαγαρίσουν οι καλικάντζαροι.

Η προέλευση των καλάντων






Την ονομασία τους, την πήραν από την λατινική λέξη calenda, που διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ. Παιδιά, κατά ομάδες, περιφέρονταν και περιφέρονται στα σπίτια, στους δρόμους, στα καταστήματα και τραγουδούν με ειδικό όργανο τραγούδια, που αφορούν τα Χριστούγεννα, τη γιορτή της Πρωτοχρονιάς, τη γιορτή του Μ. Βασιλείου και μερικά και την Περιτομή του Χριστού.

Το έθιμο αυτό προϋπήρχε στην Ελλάδα, πριν από την Ρώμη.
Τα παιδιά κρατούσαν ένα κλαδί ελιάς ή δάφνης, στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (η λεγόμενη ειρεσιώνη, από το έριο = μαλλί), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα.

Μετά, πήρε το έθιμο αυτό και η Ρώμη. Στο Βυζάντιο κρατούσαν ραβδιά, ή φανάρια, ή ομοιώματα πλοιαρίων ή και κτιρίων, στολισμένα και τραγουδώντας, συνόδευαν το τραγούδι με κρούση τριγώνου ή τύμπανου... (περίφημος ο σχετικός πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα ο τυμπανιστής - 1832- 1927).

Σήμερα η βάση, και μάλιστα στους Πόντιους, διασώζεται άθικτη. Ακούμε κάλαντα πολλά και ποικίλα, με πολλές παραλλαγές και αποχρώσεις, στα διάφορα διαμερίσματα της χώρας μας.

(Από το βιβλίο «Ήθη, έθιμα και… άλλα»)

Τα Κόλιεντα (Καστοριά)

Τα τοπικά παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα κάλαντα της Καστοριάς εξακολουθούν να τραγουδιούνται και σήμερα τα χαράματα της 23ης Δεκεμβρίου από τις παρέες μικρών και μεγάλων και από τα μέλη πολιτιστικών σωματείων, τα οποία, νιώθοντας την περιθωριοποίηση που δέχονται τα τελευταία χρόνια από κάλαντα άλλων περιοχών, κατορθώνουν κάθε παραμονή Χριστουγέννων να μας τα θυμίζουν, προστατεύοντάς τα από τη λησμονιά και τη φθορά του χρόνου.

Χαρά και συγκίνηση προσφέρουν οι στίχοι τους, γιατί απευθύνονται σ’ όλα τα μέλη της οικογένειας, από τον μεγαλύτερο έως τον πιο μικρό.

Τα παλαιότερα χρόνια, οι νοικοκυραίοι έδιναν για δώρο στα παιδιά που τραγουδούσαν τα κάλαντα, καρύδια, μήλα και μπιλίτσκες (μικρά χοιρινά λουκάνικα) και σπανιότερα χρήματα.

«Καληνεσπέρα» (Χωριά της Έξω Μάνης)

Την παραμονή των Χριστουγέννων, με το ηλιοβασίλεμα βγαίναμε στην "Καληνεσπέρα". Όλα τα παιδιά είχαν φτιάξει τις παρέες τους, είχαν σχηματίσει ομαδούλες και είχαν ετοιμαστεί για τα κάλαντα με πολλές πρόβες.

Μπαίναμε στα σπίτια, που ήταν όλα ανοιχτά και περίμεναν, και αφού χαιρετούσαμε ρωτάγαμε:

- Να τα πούμε; να τα πούμε;

- Πέστε τα.

Ήταν πάντοτε καταφατική η απάντηση. Αρχίζαμε τότε δυνατά και πολλές φορές παράτονα "Καλήν εσπέρα άρχοντες..." και τελειώναμε: "σ’ αυτό το σπίτι πού ‘ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει...". Οι νοικοκυρές μας εύχονταν "και του χρόνου" και μας έδιναν χρήματα ή μας έριχναν από το ρογί του σπιτιού, λάδι στο ντενεκάκι που κάποιος από μας κρατούσε.. Φυσικά το ύψος της αμοιβής ήταν πάντα σχετικό με την οικονομική κατάσταση και την ...τσιγκουνιά του καθενός. Στα λυπημένα σπίτια δεν λέγαμε τα κάλαντα. Όταν τελείωνε η γύρα και περνούσαμε όλα τα σπίτια του Χωριού, πηγαίναμε και πουλάγαμε το λάδι στον μπακάλη και κάναμε δίκαιη μοιρασιά σε όλα τα έσοδα.

Την παραμονή της πρωτοχρονιάς, την ίδια ώρα βγαίνανε στον "Άγιο Βασίλη" κρατώντας μια κλάρα ελιές με καρπό. Σε κάθε σπίτι που πηγαίνανε κόβανε και από ένα κλαδάκι ελιάς και το έβαζαν κοντά στο τζάκι. Ήταν για βοήθεια και θα έμενε εκεί για αρκετό χρονικό διάστημα.

Τα κάλαντρα (Κρήτη)

Τα κάλαντα (αρχαίο έθιμο σχετικό με την αρχή του χρόνου), κάλαντρα στην κρητική διάλεκτο, είναι τραγούδια που, με αφορμή το θρησκευτικό περιεχόμενο της εορτής, ζητουν φιλοδωρήματα για τους τραγουδιστές, τους καλαντράδες. Η βάση των παραδοσιακών καλάντων σε όλη την Ελλάδα είναι κοινή: αφού λένε για την εορτή, περνάνε στα παινέματα (επαίνους) για το νοικοκύρη, την «κερά», το γιο και τη θυγατέρα, με στίχους που είναι ένας ποταμός από εικόνες εκπληκτικής ομορφιάς, γεμάτες όμορφες κοπελιές, ξομπλιαστές, υφαντά, γραμματικούς με χρυσά κοντύλια (μολύβια), σπαθιά και ευαγγέλια κ.λ.π. (που τα σημερινά παιδιά της πολυκατοικίας και της τηλεόρασης, χωρίς να φταίνε βέβαια τα ίδια, μάλλον δεν θα τα καταλάβαιναν καν), και καταλήγουν στα δοσίματα: γ-ή απάκι γ-ή λουκάνικο γ-ή από λαγού κομμάτι, γ-ή από τη μαύρη όρνιθα κιανένα-ν-αβγουλάκι, κι αν είν’ κι απού τη γαλανή (άσπρη) ας είν’ και ζευγαράκι (δύο αβγά). Κι απού το λαδοπίθαρο κιαμια οκά λαδάκι, κι αν είν’ και περισσότερο, κρατούμε μεις τ’ ασκάκι (να το βάλουμε)…
Όχι εφετζίδικα δώρα, όχι εμπορεύματα, αλλά είδη πρώτης ανάγκης.


Κάλαντα

Ομάδες παιδιών ή και ώριμων ανδρών γυρνούν στα σπίτια κρατώντας ένα τρίγωνο συρμάτινο και το χτυπούν με ένα ευθύ σιδερένιο αντικείμενο, για να παράγει τον απαιτούμενο ήχο. Άλλοτε έχουν μαζί τους φυσαρμόνικες ή ακορντεόν, και στα νησιά βιολιά και κιθάρες.

Εκτός από τους συνηθισμένους ευχητήριους στίχους, ανάλογα με το «νοικοκύρη του σπιτιού» προσθέτουν κατάλληλους στίχους. Έτσι, αν απευθύνονται σε τσέλιγκα, εγκωμιάζουν τα πρόβατά του με τα λόγια:

«Μέσα σε τούτη την αυλή τη μαρμαροστρωμένη

εδώ ‘να χίλια πρόβατα και πεντακόσια γίδια

και χίλιασαν και μίλιασαν και γίν’καν τρεις χιλιάδες».

Τα κάλαντα ποικίλουν από τόπο σε τόπο. Έτσι στη Μακεδονία υπάρχει το έθιμο της Πρωτοχρονιάς άτομα μεγάλης ηλικίας να γυρνούν μεταμφιεσμένα στα σπίτια. Η αμοιβή τους είναι: αλεύρι, τραχανάς, λουκάνικα και άλλα είδη τροφίμων. Αφού συγκεντρώσουν την ποσότητα που θέλουν, συγκεντρώνονται σ’ ένα σπίτι, μαγειρεύουν και γλεντούν. Πάλι μεταμφιεσμένοι και κρατώντας κουδούνια που δημιουργούν δυνατό θόρυβο περιφέρονται την παραμονή των Φώτων. Ο θόρυβος αποβλέπει να φοβίσει και να διώξει τους καλλικάντζαρους.

Στη Μύκονο τα παιδιά κρατούν στο χέρι τους φαναράκι που το ανάβουν σε εκκλησία του Αγίου Βασιλείου.

Στη Σίφνο για το κάθε παιδί γράφονται διαφορετικοί στίχοι από λαϊκούς ποιητές.

Στην Κέρκυρα, εκτός από τα παιδιά με τη φυσαρμόνικα, περιφέρονται στα σπίτια ολόκληρα λαϊκά συγκροτήματα με βιολιά και ακορντεόν και τοπικές μπάντες.

Η ανταμοιβή για τους ύμνους και τις ευχές είναι κυρίως χρηματική και διάφορα κεράσματα.

(Από την εγκυκλοπαίδεια 2002)


Κάλαντα Χριστουγέννων της Θράκης

Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας

Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας.

Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη

οι ουρανοί αγάλλονται χαίρει η φύσις όλη.

Εν τω σπηλαίω τίκτεται εν φάτνη των αλόγων

ο Βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.

Κάλαντα Πρωτοχρονιάς της Μακεδονίας

Ήρθε πάλι νέο έτος εις την πρώτη του μηνός

ήρθα να σας χαιρετίσω δούλος σας ο ταπεινός.

Ο Βασίλειος ο Μέγας, ιεράρχης θαυμαστός

εις την οικογένειά σας να ‘ναι πάντα βοηθός.

Τα παιδιά εις το σχολείο να πηγαίνουνε συχνά

να μαθαίνουνε το βίο, της πατρίδας τα ιερά.

Και για τους ξενιτεμένους έχω να σας πω πολλά

σας αφήνω καληνύχτα και του χρόνου με υγειά.

ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ

Χριστός γεννέθεν χαρά σον κόσμον

Χα καλήν ωράν καλήν ημέραν

Χα καλόν παιδίν οψέ εγεννέθεν.

Οψέ εγεννέθεν ουράνος άθεν

τον εγέννεσεν η Παναγία

τον ανέστεσεν Αϊ Παρθένος.

Εκαβάλκεψεν χρυσόν πουλάρι

εκατήβεν σο σταυροδρόμι

σταυροδρόμι και μυροδρόμι.

Ερπαξάν ατόν χίλοι Εβραίοι

χιλ Εβραίοι και μυρ Εβραίοι. }2

Ας α τέρμητα και ας ην καρδίαν

αίμαν έσταξεν χολή κι εφάνθεν

αίμαν έσταξεν και μύρος έτον

μύρος έτον και μυρωδία.

Εμυρίστενατο ο κόσμος όλον

για μυρίστετο και συ αφέντα

συ αφέντα καλέμ αφέντα.


Έρθαν τη Χριστού τα παλικάρε

και θυμίζνε τον νοικοκύρην

νοικοκύρην και βασιλέαν.


Δέβα σο ταρέζ και έλα σην πόρταν

δώσ’ μας ούγας και λεφτοκάρε

κι αν ανοίγμας χαράν σην πόρταν.



Μωραΐτικα κάλαντα Χριστουγέννων

Χριστούγεννα πρωτούγεννα πρώτη γιορτή του χρόνου.

Για βγάτε, διέτε, μάθετε, πως ο Χριστός γεννάται

γεννάται κι ανατρέφεται με μέλι και με γάλα

το μέλι τρων οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες

και το μελισσοβότανο να νίβονται οι κυράδες.

Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά γαϊτανοφρύδα,

κυρά μου, όταν στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου

κάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη

και τον καθάριο αυγερινό τον βάζεις δαχτυλίδι.

Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε

παρά σας αγαπούσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε.

Δώστε μας και τον κόκορα, δώστε μας και την κότα,

δώστε μας και πεντ’ έξι αυγά να πάμε σ’ άλλη πόρτα.

Κερκυραϊκά κάλαντα Χριστουγέννων

Σήμερα οι μάγοι έρχονται στη χώρα του Ηρώδη

και ο Ηρώδης ταραχθείς έγινε θηριώδης.

Κράζει τους μάγους και ρωτά: «Μάγοι, πού θε να πάτε».

Εις Βηθλεέμ το σπήλαιο την πόλη την αγία

Που εκεί γεννάει το Χριστό η Δέσποινα Μαρία


Κερκυραϊκά κάλαντα Πρωτοχρονιάς

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά πρώτη του Γεναρίου

αύριο ξημερώνεται τα’ Αγίου Βασιλείου.

Άγιος Βασίλης έρχεται από την Καισαρεία,

βαστά εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι.

Το καλαμάρι έγραφε και το χαρτί μιλούσε.

Βασίλη πόθεν έρχεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;

Από τη μάνα μ’ έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω,

να μάθω τα’ άγια γράμματα και τα’ άγιο ευαγγέλιο.

Σ’ αυτήν την πόρτα που ‘ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει

και ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει.

Να ζήσει χρόνους εκατό και να τους απεράσει

και στων παιδιών του τις χαρές κουφέτα να μοιράσει.

Κυρά χρυσή, κυρά αργυρή, κυρά μαλαματένια,

που σε χτενίζουν άγγελοι με τα χρυσά τους χτένια,

άνοιξε το κουτάκι σου το μαργαριταρένιο

και δώσε με ένα τάλιρο, ας είναι κι ασημένιο.

Και τώρα καληνύχτα σας, καλό ξημέρωμά σας

κι ο Άγιος Βασίλειος να ‘ναι βοήθειά σας.

Χριστουγεννιάτικα κάλαντα Κρήτης

Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας

Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας.

Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη

οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρετ’ η φύσις όλη.

Άψε, βαγίτσα, το κερί, άψε και το διπλέρι και κάτσε

και ντουχούντιζε ίντα θα μας εφέρει

γ-ή απάκι, γ-ή λουκάνικο, γ-ή χοιρινό κομμάτι

γ-ή από μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι

κι αν το ‘κανε κι η γαλανή, ας είναι ζευγαράκι.

Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρια

και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλικάρια.

Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα

ανοίξατε την πόρτα σας να πούμε καλησπέρα.


Η σφαγή του γουρουνιού στη Θεσσαλία

Σαν ιεροτελεστία γινόταν σε κάθε οικογένεια η σφαγή του γουρουνιού, το οποίο εξέτρεφαν για το σκοπό αυτό. Το γουρούνι αναλάμβαναν να το σφάξουν οι άντρες του σπιτιού την παραμονή των Χριστουγέννων. Τα μέλη της οικογένειας αντάλλαζαν μεταξύ τους ευχές. Το χοιρινό κρέας αποτελούσε το κύριο φαγητό στο χριστουγεννιάτικο γεύμα, όπως άλλωστε και σήμερα. Επίσης, έφτιαχναν λουκάνικα από το γουρούνι, τα οποία κρεμούσαν μέχρι να στεγνώσουν, ενώ το λίπος του γουρουνιού το αποθήκευαν σε δοχεία και το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική.

Το Χριστόξυλο - έθιμο της Μακεδονίας



Στα χωριά της βορείου Ελλάδας, ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια τις παραμονές των γιορτών και διαλέγει το Χριστόξυλο, δηλαδή το πιο όμορφο, γερό και χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά, που θα το πάει σπίτι του, με σκοπό να καίει συνέχεια στο τζάκι από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα. Ο λαός πιστεύει ότι καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στην κρύα σπηλιά της Βηθλεέμ.

Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, κάθε νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει καλά το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μη βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.

Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού θα ανάψει την καινούρια φωτιά και θα μπει στην πυροστιά το Χριστόξυλο, με ευχή όλων να αντέξει για όλο το δωδεκαήμερο των γιορτών.